top of page

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ‘’Η ΕΛΙΑ ΤΟ ΛΑΔΙ ΚΑΙ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥΣ ΣΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ’’ ΟΙ ΟΜΙΛΙΕΣ ΤΩΝ Ν. ΣΗΦΟΥΝΑΚΗ, Π. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΗ, Ν. ΣΤΑΜΠΟΛΙΔΗ, Ν. ΖΟΥΡΟΥ, Β. ΧΡΟΝΗ ΣΤΑ ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΣΑΒΒΑΤΟ 18 ΜΑΙΟΥ 2024

  • archipelagos1998
  • May 20, 2024
  • 26 min read



ΜΟΥΣΕΙΟ ΕΛΑΙΟΤΡΙΒΕΙΟ (τ ΒΡΑΝΑ)

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

‘’Η ΕΛΙΑ ΤΟ ΛΑΔΙ ΚΑΙ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥΣ ΣΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ’’

ΕΓΚΑΙΝΙΑ

ΣΑΒΒΑΤΟ 18 ΜΑΙΟΥ 2024

ΟΙ ΟΜΙΛΙΕΣ ΤΩΝ

Ν. ΣΗΦΟΥΝΑΚΗ, ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ‘’ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ’’

Π. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΗ, ΕΦΟΡΟΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΛΕΣΒΟΥ

Ν. ΣΤΑΜΠΟΛΙΔΗ, ΓΕΝΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ ΑΘΗΝΩΝ

Ν. ΖΟΥΡΟΥ, ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΦΥΣΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΠΟΛΙΘΩΜΕΝΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΛΕΣΒΟΥ

ΑΝΤΙΦΩΝΗΣΗ:

Β. ΧΡΟΝΗ, ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ ΤΟΥ ‘’ΚΟΙΝΩΦΕΛΟΥΣ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΙΩΑΝΝΗ Σ. ΛΑΤΣΗ’’ ΧΟΡΗΓΟY ΤΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ




ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΗ

ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ‘’ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ’’

ΝΙΚΟΥ ΣΗΦΟΥΝΑΚΗ

 

- Σήμερα για το Μουσείο- Ελαιοτριβείο μας είναι μια ξεχωριστή μέρα,

- Σήμερα εγκαινιάζουμε μια από τις πιο σημαντικές εκθέσεις που έγιναν σε αυτόν τον Μνημειακό χώρο αλλά και την Λέσβο.

- Το θέμα της έκθεσης και των αρχαιολογικών τεκμηρίων που παρουσιάζονται, και θα θαυμάσετε σε λίγο, είναι η Ελλάδα και το ιστορικό σύμβολό της.

Η ελιά σηματοδοτεί την Ειρήνη, Σοφία, Γονιμότητα & Ευφορία.

Οι ξεχωριστοί ομιλητές, θα αναλύσουν σήμερα πως ο Ελληνικός πολιτισμός στηρίχθηκε πάνω στους κλάδους αυτού του δένδρου που ήταν

- Το σύμβολο ειρήνης που προσδιόριζε την εκεχειρία σε εμπόλεμες περιόδους

- Με ένα κλαδί ελιάς στεφανωνόνταν οι αθλητές που συμμετείχαν στους αθλητικούς αγώνες

- Το λάδι, έπεφτε στο έδαφος ως θυσία στους θεούς

- Το λάδι, υπήρξε αναγκαίο αγαθό ως τροφή, φάρμακο, αλοιφή

- Ο Όμηρος το αναφέρει ως ‘’Χρυσό Υγρό’’ & ο Ιπποκράτης ως ‘’Μεγάλο Θεραπευτή’’

- Όλοι οι Έλληνες συνδέονται με την ελιά και το λάδι, και ίσως δεν υπάρχει νοικοκυριό που να μην έχει στην κατοχή του ένα δέντρο ελιάς.

Είχα την τύχη μικρό παιδί στον Ενετικό οικισμό Πρασσές Ρεθύμνου, να γνωρίζω τον πρωτογενή τρόπο έκθλιψης της ελιάς, στον στρογγυλό μύλο από επιτηδευμένους λαξευτούς λίθους και γύρω του δύο βόδια να σύρουν επάνω του τις μυλόπετρες, σπάζοντας τον ελαιόκαπρο και δημιουργώντας τον πολτό.

Στην Λέσβο, πριν σαράντα δύο χρόνια, ανακάλυψα τον αρχιτεκτονικό και μηχανολογικό πλούτο που δημιουργήθηκε από το 1860 και μετά, με τα επιβλητικά βιομηχανικά κτήρια, ελαιοτριβεία- σαπωνοποιεία των τεράστιων διαστάσεων που όμοια τους μόνο στις μεγάλες βιομηχανικές περιοχές της Ευρώπης ως φοιτητής είχα γνωρίσει.

Σύμφωνα με το βιβλίο ‘’Συνοπτική ιστορία και τοπογραφία της Λέσβου’’ του Οικονόμου Τάξης στα 1900 ‘’τοιαύτα καλώς λειτουργούντα ατμοκίνητα εργοστάσια εν Λέσβο υπάρχουσει περί τα εκατόν είκοσι πέντε’’

Ένα μεγάλο μέρος αυτού του πλούτου εξακολουθεί να υπάρχει και να σώζεται στον νησί.

 

Όμως σημερινή αποστολή μου είναι να προσφωνήσω την εκδήλωση και να ευχαριστήσω τους ομιλητές, εκ μέρους του Δ.Σ. του Πολιτιστικού μας Φορέα, εκφράζοντας τις άπειρες ευχαριστίες μας για την κοπιώδεις συνεισφορά τους προκειμένου να γίνει πραγματικότητα αυτή η έκθεση:

- Τον Έφορο Αρχαιοτήτων Λέσβου, κ Π. Τριανταφυλλίδη, που είχε:

- Τον συντονισμό και την ευθύνη της συνεργασίας με το Μουσείο της Ακρόπολης Αθηνών, το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών, το Μουσείο Απολιθωμένου δάσους Λέσβου καθώς και τους συνεργάτες του της Εφορείας Αρχαιοτήτων Λέσβου.

- Την πλήρη επιμέλεια της έκθεσης

- Την μελέτη και επιμέλεια της έκδοσης του ένθετου φυλλαδίου για το σπάνιο μόνιμο έκθεμα του Μουσείου μας που είναι ο Αρχαίος Λίθινος Διπλός Ληνός 2ος – 3ος αιώνας π.Χ., και να μιλήσει για την ‘’Ελιά στην Λέσβο, στην αρχαιότητα’’ 

- Για την αγάπη του για αυτό εδώ το Μουσείο, την οποία αποδεικνύει με κάθε τρόπο

- Τον καθηγητή Αρχαιολογίας και Γενικό Διευθυντή του Μουσείου της Ακρόπολης Αθηνών κ Ν. Σταμπολίδη που δέχθηκε να συμμετάσχει το μεγάλο Μουσείο της Ελλάδος το οποίο Διευθύνει σε αυτή την έκθεση και να μας μιλήσει για ‘’Το λάδι και τους Παναθηναϊκούς Αμφορείς’’.

Να σημειώσω ότι ο Νίκος Σταμπολίδης αγαπά την Λέσβο, υπήρξε συνεργάτης μου από την εποχή της θητείας μου στα Υπουργεία Πολιτισμού, Τουρισμού, αλλά και Αιγαίου, και διετέλεσε μέλος του Δ.Σ. του Μουσείου Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου, και με ευθύνη του εκπονήθηκε η πρώτη Μουσειολογική μελέτη του.

- Τον Διευθυντή του μουσείου Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου, καθηγητή κ Ν. Ζούρο, που θα μας μιλήσει για την Λέσβος ‘’Γεωλογία και Ελαιώνες’’

- Φέτος συμπληρώνονται σαράντα χρόνια από την ανάθεση των μελετών κατασκευής του Μουσείου Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου και τριάντα χρόνια από τότε που τον γνώρισα.

- Εκτίμησα τις γνώσεις του, την αγάπη για τον τόπο του, και νιώθω δικαιωμένος για την επιλογή μου να πρωτοτοποθετηθεί Διευθυντής στο Μουσείο του Σιγρίου.

- Αυτός κατέστησε το Μουσείο, παγκόσμιο σημείο αναφοράς, και η προσφορά του είναι ανεκτίμητη.

Κλείνοντας θέλω να ευχαριστήσω:

- Τα μέλη, και τους εργαζόμενους του Πολιτιστικού μας Φορέα για όλες τις κοπιώδεις προσπάθειες που καταβάλουν, για να υπάρχει και να λειτουργεί αυτό το ιδιωτικό Μουσείο που μια ομάδα ξεχωριστών πολιτών ξεκίνησε την δημιουργία του πριν εικοσιεπτά χρόνια.

- Τους χορηγούς μας:

- Το Υπουργείο Πολιτισμού που τα τελευταία τρία χρόνια είναι αρωγός μας και καλύπτει μέρος των αναγκαίων πόρων λειτουργίας του Μουσείου

- Το Ίδρυμα Ιωάννη Λάτση, και τον εκπροσώπου του ποιητή Βαγγέλη Χρόνη που μας τιμά σήμερα εδώ με την παρουσία του και είναι βασικός χορηγός της έκθεσης

- Τους φιλοξενούμενούς μας και τους εκπροσώπους των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, που με ευαισθησία πάντοτε αναδεικνύουν την Μοναδικότητα του Μουσείου μας.

 

--------------------------------------------------------------------------------------------------------


ΟΜΙΛΙΑ

ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ & ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ ΑΘΗΝΩΝ

ΝΙΚΟΥ ΣΤΑΜΠΟΛΙΔΗ

 ‘’ΤΟ ΛΑΔΙ ΚΑΙ ΟΙ ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΚΟΙ ΑΜΦΟΡΕΙΣ’’

 

­

Σεβασμιότατε, κύριε περιφερειάρχα, κύριοι Βουλευτές, Δημοτικοί ‘Άρχοντες του τόπου, αγαπητέ Νίκο Σηφουνάκη, Πρόεδρε της Εταιρεία Αρχιπέλαγος της οποίας είμαι ιδρυτικό μέλος, αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι,

Χαίρομαι που είμαι μαζί σας, και χαίρομαι που προηγούμενοι ομιλητές με απάλλαξαν από πράγματα που είχα σημειώσει εδώ να πω. Επομένως θα ξεκινήσω από τα πιο ιστορικά, τα πιο βατά χρόνια, θα ξεκινήσω από τον παππού της παγκόσμιας ποίησης, τον Όμηρο.

Στην 23η ραψωδία στο ψ δηλαδή της Οδύσσειας, που είναι ουσιαστικά η ραψωδία της αναγνώρισης, και όπου ο έξυπνος Οδυσσέας προσπαθεί να δει τι έχει γίνει με την Πηνελόπη, αν τον έχει απατήσει ή όχι, και εκείνη πάλι πολυμήχανη προσπαθεί να δει αν αυτός είναι πράγματι ο Οδυσσέας.

Λέει λοιπόν ο Όμηρος ότι η Πηνελόπη αναγνωρίζει την αλήθεια του συζύγου της από μια ελιά.

Στίχος 215 και εξής: «φύτρωσε μέσα στο σπίτι μας, στον περίβολο, κορμός μακρόφυλλης ελιάς» (προσέξτε το επίθετο που έχει το δέντρο) με κορμό χοντρό σαν μια κολώνα με θαλερό το φούντωμά της. Γύρω του εγώ την κάμαρη έχτισα (εννοεί την κρεβατοκάμαρά τους) και την ανέβασα με πέτρες πλακωτές στο τελικό της ύψος».

«Μετά τη στέγασα καλά και την ασφάλισα με κολλητά πορτόφυλλα. Τότε πια κούρεψα τα κλαδιά και τις φούντες της ελιάς τις κλάδεψα. Με επιδέξιά τέχνη τον κορμό από την ρίζα του με το σκεπάρνι τον πελέκησα, τον στάθμισα να ισιώσει, και άνοιξα πάνω του τρύπες με τρυπάνια. Τον πλάνησα και πάνω του άπλωσα του κρεβατιού την τάβλα. Τελειώνοντας με ασήμι μάλαμα και φίλντισι την κλίνη μας εστόλισα».

Ο αγαπητός Παύλος Τριανταφυλλίδης μίλησε για όλο το φάσμα, το οποίο πλέκεται γύρω από τον πολιτισμό της Μεσογείου, γύρω από τον ελληνικό πολιτισμό, ότι δηλαδή αυτός ουσιαστικά βλάστησε γύρω από αυτό το δένδρο, την ελιά.

Ένα δέντρο του οποίου το φύλλωμα, η φύση δηλαδή η ίδια, είναι πράσινο ολοχρονίς· και θέλω να μοιραστώ μαζί σας και να σας πω ότι εχθές, ερχόμενος στη Λέσβο με το αεροπλάνο συγκινήθηκα. Είδα για άλλη μια φορά και διάβασα το γαλάζιο του ουρανού και το μπλε της θάλασσας του Αιγαίου να σμίγουν με το πράσινο  των δένδρων και είπα: στο νησί του νομπελίστα Οδυσσέα Ελύτη θέλω να δώσω ένα ακόμα επίθετο. Και βάφτισα τη Λέσβο «Ελαιοθάλασσα», γιατί αυτό είναι η Λέσβος «ελαιοθάλασσα».

Δεν είναι μόνο η βρώση, δηλαδή ο καρπός της ελιάς, δεν είναι μόνο το λάδι ως αποτέλεσμα των επεξεργασιών του καρπού, για τις οποίες μίλησαν οι συνάδελφοι και ο κ. Σηφουνάκης, είναι και το φως όπως είπε ο Παύλος. Είτε για το λυχνάρι να φωτίσει τις ασέληνες νύχτες μας, είτε το ιλαρό φως για τα καντήλια των αγίων μας. Έτσι, είναι για την ασημοκάνδυλη Παναγιά, στην οποία ανάβουμε το καντήλι, και φυσικά δεν είναι πάλι μόνον αυτά. Η ελιά μας χαρίζει και το ξύλο της ακόμα για τη φωτιά, για τη ζέστη, καθώς και τον ελαιοπυρήνα της. Οι παλιότεροι θα θυμούνται το θραυσμένο κουκούτσι της ελιάς ως ενεργειακή ύλη φωτιάς. Αυτά τα ξεχνάμε γιατί σήμερα τα παιδιά δυστυχώς δεν μπορούν να καταλάβουν εύκολα τη φλόγα της φωτιάς. Νομίζουν ότι η ζέστη είναι ένα ηλεκτρικό καλοριφέρ ή ακόμα το μάτι της κουζίνας. Ξεχνούν ότι θερμότητα ήταν και είναι αρχικά το φως του ήλιου και μετά το ξύλο της ελιάς.

Και κάτι άλλο. Με ρώτησαν κάποτε οι φοιτητές μου, στις βραδινές συνάξεις μετά την ανασκαφή: πες τε μας κύριε καθηγητά, ποιό δέντρο προτιμάτε να είστε; Κάνουν αυτά τα παιχνίδια οι φοιτητές στη βραδινή ανάπαυλα. Απάντησα: εσείς τί νομίζετε ότι είμαι και εκείνοι σχεδόν όλοι αποκρίθηκαν: ένα κυπαρίσσι. Κάνετε λάθος, λέω, ένα κυπαρίσσι αν του κόψεις την κορυφή δεν ξαναψηλώνει, τελειώνει εκεί. Την ελιά και σύριζα να την κόψεις θα ξαναβγάλει και θα ξαναπετάξει βλαστάρια. Αυτό θέλω να είμαι. Αυτή είναι η Ελλάδα.

Ας προχωρήσω όμως. Ο κ. Σηφουνάκης είπε να σας μιλήσω για τους Παναθηναϊκούς αμφορείς.

Βεβαίως μπορώ να μιλήσω για τους Παναθηναϊκούς αμφορείς.

Είναι το ελαιοδόχο αγγείο θα λέγαμε, που πριν από τον Πεισίστρατο, πριν από το 566-65 π.Χ., είχε επάνω του ζωγραφισμένα άλογα.

Με ρωτάνε, λοιπόν, γιατί είχε ζωγραφισμένα άλογα; Μα γιατί οι αριστοκράτες της Αθήνας ήσαν πλούσιοι ιππείς. Ήταν αυτοί που είχαν τον πλούτο και την δύναμη και επομένως τοποθετούσαν πάνω στα αγγεία αυτά τα άλογα ως σήμα τους, ως ‘λαλούν σύμβολό’ τους.

Ο τύραννος Πεισίστρατος πιο έξυπνος και πιο φιλολαϊκός από την άλλη μεριά είπε ότι είναι πιο σωστό να απεικονίσουν πάνω στο αγγείο με περιεχόμενο το λάδι της ελιάς, τη θεά που τούς χάρισε το δέντρο. Διότι στη διένεξη μεταξύ του Ποσειδώνα και της Αθηνάς για το ποιός θα έδινε το όνομα στην πόλη της Αττικής, ο Ποσειδώνας τούς χάρισε τη θάλασσα κι η Αθηνά την ίδια την ελιά.

Έξυπνοι οι Αθηναίοι είπαν ότι η θάλασσα, φέρνει μεν πλούτο, αλλά με πάρα πολύ κίνδυνο, και επομένως έφεραν δεύτερο στην κρίση τους τον Ποσειδώνα, τον οποίο χρησιμοποίησαν αργότερα, για να κάνουν την πόλη τους θαλασσοκράτειρα. Προτίμησαν, λοιπόν, την ελιά, για όλους τους λόγους που αναφέραμε, και έτσι η πόλη τους ονομάστηκε Αθήνα. Η Αθηνά, η θεά της σοφίας, είναι άλλωστε, η μόνη που γεννήθηκε από το κεφάλι του Δία. Να ανοίξω όμως εδώ μία παρένθεση και να πω ότι η γυναίκα του Δία, η Μήτις, η προσωποποίηση της εφευρετικότητας και της οξύνοιας, ήταν ήδη έγκυος όταν την κατάπιε ο Δίας για να μην του πάρει την εξουσία το παιδί που θα γεννιόταν από αυτήν. Έτσι γεννήθηκε η Αθηνά μέσα από το κεφάλι του ύψιστου θεού του Δία, η πάνσοφη.

Αυτή λοιπόν η σοφή, θεώρησε ότι στο λεκανοπέδιο της Αττικής ταιριάζει η ελιά και ευρύτερα σ’ ολόκληρη τη χώρα, επομένως αυτό που θα δώσει βρώση και ζεστασιά και φως είναι η ελιά, και για αυτό άλλωστε οι Αθηναίοι απεικόνισαν το δέντρο στο δυτικό αέτωμα του Παρθενώνα, το αέτωμα που σας θυμίζω ότι είναι αυτό που βλέπει κανείς όταν έρχεται δυτικά από τα Προπύλαια.

Δεν είναι το ανατολικό αέτωμα, που απεικονίζει τα γενέθλιά της θεάς που προς τιμήν της γιόρταζαν τα Παναθήναια.

Αυτά σκέφτηκε, λοιπόν, ο Πεισίστρατος και καθιέρωσε τις γιορτές και τους αγώνες των Παναθηναίων και για το βραβείο όρισε τους Παναθηναϊκούς αμφορείς, με τη θεά Αθηνά να απεικονίζεται πάνω τους ως πρόμαχος, δηλαδή ως προστάτιδα της Αθήνας, και πολεμική θεά, να κοιτάζει προς τα αριστερά. Από κάποια χρονική στιγμή και μετά, πρόσθεσαν δύο κίονες, μπρος και πίσω από τη θεά και πάνω τους ζωγράφισαν δύο πετεινούς, δύο κοκόρια, επειδή αυτά είναι πτηνά του ανταγωνισμού. Σήμερα βέβαια τον όρο τον ανταγωνισμό τον έχουμε αντικαταστήσει με τον όρο ‘συναγωνισμός’, αλλά οι άνθρωποι και η ανθρωπότητα με ανταγωνισμούς κυμαίνεται και προχωράει και το βλέπουμε πολύ καλά μέχρι και σήμερα και με τους πολέμους που υπάρχουν γύρω μας.

Οι Παναθηναϊκοί αμφορείς ως βραβεία ήταν γεμάτοι λάδι. Ένας παναθηναϊκός αμφορέας ήταν 60-70 εκατοστά σε ύψος και θεωρούν ότι χωρούσε 36 περίπου λίτρα λάδι.

Αυτά τα πολύτιμα αγγεία τα απομιμήθηκαν βέβαια και αργότερα ως ψευδοπαναθηναϊκούς αμφορείς γιατί ήταν πολύ στην μόδα. Ακριβώς όπως αντιγράφουμε εμείς ρούχα ή οτιδήποτε άλλο, αντέγραφαν και οι αρχαίοι τα αντίστοιχα αγγεία και τα πουλούσαν στο εξωτερικό.

Τα πουλούσαν στην Ιταλία, στην Ετρουρία με υψηλό αντίτιμο, αλλά οι απομιμήσεις δεν έφεραν ποτέ την επιγραφή των «Αθήνηθεν άθλων», που έφεραν πάνω τους τα πρωτότυπα αγγεία. Στην πίσω πλευρά τους απεικονίζονταν τα αγωνίσματα των Παναθηναίων: τρέξιμο, πάλη, αλλά και αρματοδρομίες. Έξυπνος ο Πεισίστρατος σκέφτηκε πόσο μεγάλο κόστος θα ήταν να φέρουν τα άλογά τους οι αριστοκράτες άλλων περιοχών λ.χ. από τη Μυτιλήνη ή από τη Χαλκιδική. Έτσι, οι περισσότεροι νικητές θα ήσαν από την Αθήνα, τη Βοιωτία άντε κι από την Πελοπόννησο. Μόνον έναν καταγράφουν από την Κασσάνδρα.

Βέβαια μπορούσαν να κερδίσουν και γυναίκες σε ιππικούς αγώνες, που δεν επιτρεπόταν για παράδειγμα να συμμετέχουν ούτε στους αγώνες τους Ολυμπιακούς. Θα κέρδιζαν βέβαια ως ιδιοκτήτες των αλόγων, βασίλισσες ή πλούσιες αριστοκράτισσες. Και το έπαθλο στις αρματοδρομίες ήταν και το μεγαλύτερο αριθμητικά, δηλαδή 1500 τέτοιοι αμφορείς, δηλαδή 55.000 λίτρα λαδιού, καταλαβαίνετε λοιπόν, οι μορίες, οι ιερές ελιές, τί ήταν το προϊόν που παρήγαγαν.

Εκείνο που θεωρώ σημαντικό να σας πω και να μην παραλείψω είναι ότι αυτά τα χιλιάδες αγγεία, δηλαδή οι Παναθηναϊκοί αμφορείς, κατασκευάζονταν σε εργαστήρια της Αττικής, πάντα με τον ίδιο τρόπο. Ακόμα κι όταν άλλαξε ο τρόπος διακόσμησης και τα αγγεία όλα από μελανόμορφα έγιναν ερυθρόμορφα αυτά εξακολούθησαν να διακοσμούνται με τον παλαιό, παραδοσιακό τρόπο. Και αυτό διατηρήθηκε για αιώνες μετά ακόμα και έως τα ρωμαϊκά χρόνια. Και οι παραγγελίες τόσο πολλών αγγείων, γίνονταν με διαγωνισμό. Φαντάζομαι πως δεν τα κατασκεύαζε πάντα ο ίδιος βιοτέχνης! Εκτός κι αν είχε τις διασυνδέσεις του.

Αυτό που πρέπει να τονίσω είναι ότι την ευθύνη βέβαια της κατασκευής αλλά και την συγκομιδή, από τις μορίες, τις ιερές ελιές, την είχε πάντα η πολιτεία. Δεν την παραχωρούσαν σε ιδιώτες.

Θα ήθελα επίσης να προσθέσω ότι εκτός από την απεικόνιση της ελιάς στο δυτικό αέτωμα του Παρθενώνα, ολόκληρος ο Παρθενώνας, φαίνεται ότι οφείλεται όχι μόνο στην θαλασσοκρατορία της Αθήνας, όπως σας προείπα, στην εποχή του Περικλή, αλλά και στα ασημένια νομίσματα, δηλαδή τις δραχμές των Αθηνών, από τα ορυχεία του Λαυρίου (που αυτό ήταν το δολάριο ή το ευρώ εκείνης της εποχής). Ένα τέτοιο νόμισμα έχουμε φέρει στην Έκθεση χρονολογημένο το 480 π.Χ. Το διάλεξα για να συμπίπτει με την ναυμαχία της Σαλαμίνας έτσι για να υπάρχουν οι μεγάλες ιστορικές αναφορές.

Όπως επίσης διάλεξα ένα κομμάτι που δεν δανείζεται, ένα μαρμάρινο ανάγλυφο με την ελιά, και την κουκουβάγια που είναι το σύμβολο της Αθηνάς, ως σύμβολο της σοφίας, και τον οικουρό όφη, θα λέγαμε εμείς τον Εριχθόνιο ή τον Κέκροπα. Ένα μαρμάρινο έργο που πιθανολογείται ότι προέρχεται από τον βωμό της Αθηνάς πάνω στην Ακρόπολη.

Όμως δεν μπορώ, βέβαια, βρισκόμενος σε έναν τόπο ενός νομπελίστα ποιητή, του Οδυσσέα Ελύτη, που μαζί με τον Γιώργο Σεφέρη είναι οι νομπελίστες της χώρας μας, και μπροστά στον ποιητή Βαγγέλη Χρόνη, να μην πω μερικά πράγματα που συνδέουν έτσι την ποίηση, παλαιότερη και νεότερη, με την ελιά και το λάδι.

Σας διαβάζω ένα ποίημα και μετά θα σας πω τον ποιητή.

Εὐλογημένο νά ᾽ναι, ἐλιά, τὸ χῶμα, ποὺ σὲ τρέφει,

κι εὐλογημένο τὸ νερό, ποὺ πίνεις ἀπ’ τὰ νέφη,

κι εὐλογημένος τρεῖς φορὲς αὐτός, ποὺ σ’ ἔχει στείλει

γιὰ τὸ λυχνάρι τοῦ φτωχοῦ, γιὰ τ’ ἅγιου τὸ καντήλι.

Δὲν εἶσαι σὺ περήφανη σὰν τ ἄλλα καρποφόρα,

ποὺ βιαστικά, ἀνυπόμονα, δὲν βλέπουνε τὴν ὥρα

πότε μὲ τ’ ἀνθολούλουδα τοὺς κλώνους νὰ σκεπάσουν

καὶ μὲ μιὰ πρόσκαιρη ὀμορφιὰ τὰ μάτια νὰ ξυπάσουν.

Ἐσύ ᾽σαι πάντα ταπεινή πάντα δουλεύτρα σκύβεις,

μ’ ὅλα τὰ πλούτη, ποὺ κρατεῖς, μ’ ὅλο τὸ βιό, ποὺ κρύβεις,

Γι’ αὐτὸ ἀπ’ τὰ πρῶτα νιάτα σου, ποὺ τὰ φιλοῦν οἱ ἀνέμοι,

ὡς τὰ βαθιὰ γεράματα, τοὺ τὸ κορμί σου τρέμει

καὶ γέρνει κάθε σου κλαδί καί κάθε παρακλάδι,

μέσα στὸν κούφιο σου κορμὸ δὲν σοῦ ᾽λειψε τὸ λάδι.

Ιωάννης Πολέμης


Αυτό είναι. Αυτό είναι ποίηση. Στίχοι που περιέχουν νοήματα της ζωής.

Και ακόμα θέλω εδώ να θυμηθούμε εδώ λίγο και στίχους του Ρίτσου.

Όταν στη Ρωμιοσύνη λέει κάτι καταπληκτικό, ότι «στην Ελλάδα αλλά και ιδιαίτερα στην Αττική, οι ρίζες των δέντρων (και δεν εννοεί του κυπαρισσιού που είναι μόνο μια ρίζα που κατεβαίνει κάθετα στο έδαφος), αλλά της πολύκλαδης ελιάς, σκοντάφτουν επάνω στο μάρμαρο».

Το πεντελικό μάρμαρο, από το οποίο κατασκευάστηκε ο Παρθενώνας, και που, δυστυχώς, το μοναδικό αγγείο κύριε Σηφουνάκη και αγαπητέ Παύλο που έχουμε από τον 6ο αι. π.Χ. να απεικονίζει με ράβδισμα το μάζεμα της ελιάς, βρίσκεται στο Λονδίνο.

Λοιπόν, να μην ανοίξω την συζήτηση για τα μάρμαρα, γιατί με καίει. Θα επιμείνω λίγο ακόμα τη ζωντάνια της δικής μας ποίησης. Να μιλήσω λίγο ακόμα για τον λόγο του κάθε ποιητή μας, που ο ένας διαλέγεται με τον άλλον μέσα από τους στίχους των.

Λέει ο Ελύτης, στην Ηλικία της γλαυκής θύμησης :

«Ελαιώνες κι αμπέλια μακριά ως τη θάλασσα…», όπως και στους στίχους του τραγουδιού που μου έρχεται στο νου: «ο κήπος έμπαινε στη θάλασσα μ’ ένα μακρύ γαρύφαλλο στο χέρι…», θα έλεγα, όπως οι ελαιώνες της Λέσβου βυθίζονται στην αγκαλιά του Αιγαίου.

«Και η πέτρα όπου καθίσαν» απαντάει ο Ρίτσος στην Ρωμιοσύνη

«Κάτω από της ελιάς, το απομεσήμερο

Αντικρύ στη θάλασσα…»

Βλέπετε αιώνες τώρα ανταλλάσσουν στίχους και νοήματα οι ποιητές μας, σαν παιχνίδι, σαν φως.

«Και ύστερα θα κάτσουμε στην πέτρα να διαβάσουμε την καρδιά μας σαν να διαβάζουμε πρώτη φορά την ιστορία του κόσμου». Να διαβάσουμε τη φύση και την ισορροπία της με τους ανθρώπους.

Να προσθέσω ακόμα ότι ο Ελύτης έχει γράψει κάτι καταπληκτικό: «Αν η Ελλάδα καταστραφεί τελείως, θα μείνει ένα κλίμα, μια ελιά, και μια βάρκα, και όλα αυτά είναι αρκετά για να ξαναφτιαχτεί η Ελλάδα από την αρχή». Κι από αυτήν τη λιτή  τριάδα δεν λείπει πάλι η ελιά.

Την ελιά ο Παλαμάς βέβαια την ονομάζει (την ελιά) θυγατέρα του ήλιου, αγαπημένη και χαϊδεμένη.

Κι άλλοι πριν και μετά ονομάζουν την ελιά γλυκόφυλλη, άλλοι ασημόφυλλη, μακρόφυλλη, όπως σας είπα ο Όμηρος, και πραγματικά πρέπει να σημειώσω ότι σε όλη την ποίηση η ελιά, όπως κι η Ελλάδα μπορεί να τα καταφέρει ακόμα και όταν όλα δείχνουν τελειωμένα, όπως λέει ξανά ο Ρίτσος :

«Στάχτη η ελιά το αμπέλι και το σπίτι»

Κι όμως μπορεί να ξαναγεννηθεί. Η Ελλάδα και η ελιά.

Σας ευχαριστώ.

 

--------------------------------------------------------------------------------------------------------


ΟΜΙΛΙΑ

 ΕΦΟΡΟΥ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΛΕΣΒΟΥ

ΠΑΥΛΟΥ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΗ

 ‘’Η ΕΛΙΑ ΣΤΗΝ ΛΕΣΒΟ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ’’

 

 

Τύχη αγαθή και  ιδιαίτερη χαρά σήμερα για την Εφορεία Αρχαιοτήτων Λέσβου να συμμετέχει στην έκθεση «η Ελιά, το λάδι και η Συμβολή τους στον Πολιτισμό», η οποία εγκαινιάζεται στον φιλόξενο χώρο της Εταιρείας Αρχιπέλαγος, στο Μουσείο-Ελαιοτριβείο Βρανά στον Παπάδο της Λέσβου, μία έκθεση στην οποία συνέπραξαν καθοριστικά το Μουσείο της Ακρόπολης Αθηνών υπό την επιστημονική καθοδήγηση του γενικού του διευθυντή και καθηγητή Νικολάου Χρ. Σταμπολίδη, και των συνεργατών του, της Εταιρείας Αρχιπέλαγος και του προέδρου της, κου Νίκου Σηφουνάκη, του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου Αθηνών και της Εφορείας Αρχαιοτήτων Λέσβου.  

Στο πλαίσιο της παρούσας σύντομης ανακοίνωσης με θέμα «Η Ελιά στη Λέσβο κατά την Αρχαιότητα»  θα επικεντρωθούμε σε μία σύντομη ιστορική και αρχαιολογική επισκόπηση για την ελαιουργική παραγωγή στη Λέσβο μέσα από επιλεγμένα αρχαιολογικά τεκμήρια βιοτεχνικών εγκαταστάσεων που έχουν βρεθεί στην αιολική γη.

H σημασία του ευλογημένου καρπού της ελιάς στην ιστορία του ελληνικού πολιτισμού, από τα βάθη της προϊστορίας έως και σήμερα, υπήρξε χωρίς αμφιβολία ξεχωριστή. Στοιχείο του ελληνικού μεσογειακού τοπίου, η ελιά αποτέλεσε σύμβολο ιερό και λατρευτικό, το οποίο συνδέθηκε άρρηκτα με πολυσήμαντες αξίες της ανθρώπινης ύπαρξης, και συνέβαλε στην επιβίωση των ανθρώπων σε δύσκολους καιρούς. Μέγιστον αγαθόν προς πάσαν του βίου θεραπείαν ο της ελαίας καρπός είναι ο χαρακτηρισμός του νομοθέτη Σόλωνα, ο οποίος απαγόρευσε την κοπή ελαιόδεντρων στην Αττική, επιβιώνοντας το ιερό δένδρο έως σήμερα στην αττική γη.

Οι απαρχές της ελαιοκαλλιέργειας τοποθετούνται στην Πρώιμη Χαλκοκρατία, στην 3η δηλαδή χιλιετία π.Χ., με το προβάδισμα να αναγνωρίζεται στην Μινωική Κρήτη , αλλά και σε όλη τη λεκάνη της Μεσογείου, όπου εξαπλώνεται και ευδοκιμεί η ελιά Οlea Europea λόγω του εύκρατου κλίματος. Το λάδι, εκτός από την βρώση, χρησιμοποιήθηκε επίσης ως πηγή φωτισμού, πρώτη ύλη για τον καλλωπισμό και τον καθαρισμό του σώματος, ιερό αφιέρωμα στις διάφορες θρησκείες, αλλά και έπαθλο σε αθλητικούς αγώνες.

Η ελαιόφυτη Λέσβος  φαίνεται ότι κατείχε  αναμφίβολα σημαντική θέση στην πρωτογενή γεωργική, και οικονομική δραστηριότητα του Αιγιακού χώρου κατά την Αρχαιότητα, καθώς οι φιλολογικές πηγές μαρτυρούν τη σημασία της ελιάς ως αναπόσπαστο στοιχείο του βιοτικού επιπέδου των Λεσβίων κατά τους ιστορικούς χρόνους.

Αναφορές για το λάδι της Λέσβου σπάνια απαντώνται στην αρχαία λογοτεχνία, σε αντίθεση με το λεσβιακό κρασί, που τόσο υμνήθηκε από τους αρχαίους συγγραφείς. Την παλαιότερη μαρτυρία, ωστόσο, στην Λέσβο για την χρήση της ελιάς προσφέρουν τα κινητά ευρήματα, από τον προϊστορικό οικισμό της Θερμής Λέσβου, όπως ο πήλινος αμφορέας με τις πτερυγιόσχημες λαβές  και το δοχείο-βαρελάκι, χρονολογημένα στην ύστερη Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, δηλαδή στην ύστερη 3η π. Χ. χιλιετία.

Πρώτη φορά στην λεσβιακή τέχνη η ελιά απαντάται στον εμπροσθότυπο αργυρού στατήρα του νομισματοκοπείου της Μυτιλήνης, χρονολογούμενο το 500 π.Χ., όπου προβάλλει στον οπισθότυπο ανάμεσα σε αντωπές κεφαλές βοοειδών, και αργότερα ως ανάγλυφο διακοσμητικό μοτίβο στην μικροτεχνία, καθώς σε πήλινους ερυθροβαφείς σκύφους  με εφυάλωση του 1ου αι. π.Χ  από την πόλη της Μυτιλήνης.

Μολονότι οι γνώσεις μας για την ποσότητα και παραγωγή του ελαιολάδου στη Λέσβο, είναι ισχνές ορισμένοι μελετητές, έχουν αμφισβητήσει τον πρωτεύοντα ρόλο της καλλιέργειας της ελιάς κατά την αρχαιότητα στη Λέσβο σε σύγκριση με άλλες γεωγραφικές παραγωγές  του νησιού, όπως τα σιτηρά, τα αμπέλια, και το κρασί. Στη Λέσβο,  οι επικράτειες των μητροπόλεων, εκτός από το οικιστικό κέντρο, αποτελούνται από διάσπαρτες από πολυάριθμες κώμες, αγροικίες οι περισσότερες των ισχυρών γαιοκτημόνων για τον έλεγχο της υπαίθρου και των καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Οι κτηματολογικές επιγραφές της Μυτιλήνης και της Πυρραίας με τις απογραφές των περιουσιών των κατοίκων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, οι οποίες χρονολογούνται οι παλαιότερες στον 3ο αι. π.Χ. και οι νεότερες στον 3ο αι. μ.Χ., στην εποχή του Διοκλητιανού, παρέχουν ιδιαίτερα σημαντικά στοιχεία για τη χρήση της γης.

Σε επιγραφή του τέλους του 3ου αιώνα μ.Χ. από την Ακρόπολη της Μυτιλήνης, καταγράφονται οι γαίες και τα μέσα παραγωγής για σκοπούς κατανομής των φορολογικών βαρών, τακτική που εφαρμόστηκε σε όλες τις επαρχίες  της Ανατολικής  Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Στην επιγραφή περιλαμβάνονται στοιχεία για το είδος των κτημάτων, το είδος των αρχαίων καλλιεργειών, των αριθμό των ελευθέρων δούλων και γεωργών, καθώς και των ζώων που συνδέονταν με ορισμένα κτήματα. Η συντομογραφία Γυρ  που υπάρχει στην επιγραφή,  αναφέρεται στο γύρω ή γύρωμα, δηλαδή στο λάκκο που περιβάλλει κάθε δέντρο ελιάς.

Συγκρίνοντας τα στατιστικά  στοιχεία της επιγραφής της Μυτιλήνης, με τη Συλλογή της Ρωμαϊκής Νομόδιτου του 5ου μ.Χ., διαπιστώνονται ότι οι κατάλογοι της επιγραφής της Λέσβου καταδεικνύουν ότι η φορολογική κατάταξη των Ιδιοκτησιών είναι μικρότερη αυτής των αγροκτημάτων άλλων ελληνικών περιοχών, όπου σώζονται αντίστοιχοι κατάλογοι.

Οι καλλιέργειες που καταλογογραφούνται στη Λέσβο είναι τεσσάρων (4) ειδών, σπόροι αμπελώνες, ελαιώνες, και κηπία (κήποι δηλαδή με οπωροφόρα), λαχανόκηπους , και εν γένει πολλαπλές καλλιέργειες. Με βάση τα σωζόμενα στοιχεία, έχει υποστηριχτεί ότι στην αρχαιότητα, περί το 6% των καλλιεργησίμων εκτάσεων της Λέσβου καλυπτόταν από ελιές, το 5% από αμπέλια,  το 30% αποτελούσε βοσκές, και το 60% από σιτηρά και άλλες καλλιέργειες.Η εικόνα των καλλιεργειών στη Λέσβο, της εποχής του Διοκλητιανού, δηλαδή του ύστερου 3ου αιώνα μ.Χ., είναι επομένως πράγματι διαφορετική από αυτή της σημερινής μονοκαλλιέργειας της ελιάς, καθώς στην κορυφή βρίσκονται τα σιτηρά, βασικά για τη διατροφή του πληθυσμού, ακολουθούν οι εκτάσεις  για βοσκή, και σε πολύ μικρότερη έκταση η καλλιέργεια της ελιάς και των αμπελιών.

Από τις ιδιοκτησίες των Λεσβίων στην αρχαιότητα, γνωρίζουμε ότι ορισμένες είναι διαιρεμένες σε μέρη. Το κτήμα που αποτελείται από πεντέμισι (5,5) ιούγερα αμπελιών, 60 ιούγερα γής, και 186 δέντρα ελιών, ήταν διαιρεμένο δηλαδή σε τέσσερα (4) μέρη. Τα μέρη αυτά αποτελούσαν ιδανικά μερίδια κοινών ιδιοκτησιών με περισσότερους του ενός κύριους ιδιοκτήτες , που τους είχαν περιέλθει μέσω κληρονομικής διαδοχής. Από τους ιογκαρδιόνες της Λέσβου, διακρίνονται καλλιέργειες σε πρώτες και δεύτερες. Άμπελοι πρώτοι, Άμπελοι δεύτεροι, Σπόριμος γη πρώτη, Σπόριμος γη δευτέρα, Ελαία πρώτη, Ελαία δευτέρα. Η διάκριση αυτή γνωστή και από τον Διοκλητιανό, είναι συναφής με την πρώτη και δεύτερη ποιότητα των καρπών που παράγει κάθε κτήμα.

Στη Λέσβο, η μελέτη των αρχαίων ελαιοτριβείων και οινοποιείων στηρίζεται ως επί το πλείστον στα διάσπαρτα εξαρτήματα μύλων, λίθων πιεστηρίων και λεκανών συμπίεσης του πολτού στην ύπαιθρο χώρα, καθώς τα διαθέσιμα αρχαιολογικά δεδομένα είναι λιγοστά.

Στην λεσβιακή ύπαιθρο σε κτήματα ή σε μοναστήρια, εντοπίζεται πλήθος ληνών παρόμοιας σχεδόν τυπολογίας και χρήσης από τους προϊστορικούς χρόνους έως και τη νεώτερη εποχή, για τους οποίους, ελλείψει άλλων στοιχείων, δεν τεκμηριώνεται αν χρησιμοποιήθηκαν στην διαδικασία παραγωγής ελαίου ή οίνου. Πρόκειται για λίθινες πλάκες με διάμετρο που κυμαίνεται από 0,90 μ., έως 1,00 μ. και πάχος 0,20 - 0,30 μ., λαξευμένες σε τραχείτη λίθο ή μάρμαρο ή ασβεστόλιθο, κυκλικού, ορθογωνίου ή τετραγώνου σχήματος τύπου Α, Β ή υποκατηγοριών.

Μεγάλος αριθμός από μονόλιθους πιεστηρίων που λειτουργούσαν με μοχλό και κοχλία, εντοπίστηκε στη λεσβιακή ύπαιθρο, στην πλειοψηφία τους ορθογώνιου παραλληλεπίπεδου σχήματος με εγκοπές κατά μήκος των στενών πλευρών που τείνουν να στενεύουν προς τα πάνω σε σχήμα "χελιδονοουράς», στις οποίες τοποθετούνταν κατακόρυφα δοκάρια. Οι εγκοπές άλλοτε διατρέχουν κάθετα τη στενή πλευρά από άκρη σε άκρη (τύπος Β) και άλλοτε φτάνουν έως τη μέση της στενής πλευράς (τύπος Α). Την άνω επιφάνεια των μονόλιθων διατρέχει αυλάκωση ή κυκλική κοιλότητα. Σε δύο περιπτώσεις φέρουν εγχάρακτους σταυρούς.

Στην περιοχή Κάμπος της Μήθυμνας (εικ) ανασκάφτηκε από την Εφορεία Αρχαιοτήτων το 2002 πολύχωρη αγροικία του 1ουαι.πΧ. με πυθεώνα. Σε ορθογώνιο πλακόστρωτο χώρο που ήρθε στο φως, αποκαλύφθηκε ληνός, που κατέληγε σε μονολιθική υποκείμενη δεξαμενή, εν είδει υποληνίου. Στον χώρο βρέθηκαν εντοιχισμένα στον δυτικό τοίχο βρέθηκαν λίθινα βάρη ελαιοπιεστηρίου με μοχλό.

Στην Ερεσό ανασκάφτηκε το 2006 ληνός σε τρίχωρο οικοδόμημα της ελληνιστικής εποχής. Σε ορθογωνιόσχημο πλακόστρωτο δωμάτιο που αποκαλύφθηκε, ήρθε στο φως ληνός με κυκλοτερή αυλάκωση και προχοή, μαζί με μικρής διαμέτρου, βαθύ, λίθινο υπολήνιο, καθώς και ένας παρακείμενος πακτωμένος αποθηκευτικός πίθος .

Και τα δύο πιεστήρια λειτουργούσαν με μοχλό και λίθινα αντίβαρα, κάποια εκ των οποίων βρέθηκαν σε β΄χρήση στις τοιχοποιίες και στα δάπεδα των χώρων.

Στη Λέσβο η συγκομιδή των ελαιοκάρπων γινόταν ως επί το πλείστον μεταξύ Οκτωβρίου και Δεκεμβρίου. Η συλλογή τους επιτυγχανόταν με δύο τρόπους: είτε απευθείας από το δέντρο είτε με τον ραβδισμό του. Οι καρποί μεταφέρονταν στα ελαιοτριβεία, όπου πλένονταν και απλώνονταν για να στεγνώσουν. Στη συνέχεια, τοποθετούνταν στους ελαιομύλους για να αλεστούν. Υπήρχαν τριών ειδών ελαιόμυλοι στην αρχαιότητα: α) ο τραπητής, που επινοήθηκε στα ελληνιστικά χρόνια και αποτελούνταν από μία ημισφαιρική λεκάνη, μέσα στην οποία περιστρέφονταν κάθετα δύο φακοειδείς μυλόπετρες. β) ο mola olearia, που αποτέλεσε την εξέλιξη του τραπητή στη ρωμαϊκή περίοδο και απαρτιζόταν από μία ρηχότερη λεκάνη, μέσα στην οποία περιστρέφονταν κάθετα μία, δύο ή περισσότερες κυκλικές μυλόπετρες. και γ) ο ελαιόμυλος με κολουροκωνική μυλόπετρα, που επικράτησε στη Λέσβο κατά τη μεταβυζαντινή εποχή. Οι ελαιόμυλοι ήταν χειροκίνητοι ή ζωοκίνητοι.

Η άλεση των ελαιοκάρπων στους ελαιομύλους προκαλούσε τη σύνθλιψη και πολτοποίηση της σάρκα τους, όχι όμως και του πυρήνα τους. Η ελαιοζύμη που προέκυπτε τοποθετούνταν σε ειδικούς τρίχινους σάκους, οι οποίοι μεταφέρονταν στο ελαιοπιεστήριο.

Οι σάκοι στοιβάζονταν ο ένας πάνω στον άλλο στη βάση συμπίεσης (ληνό) του ελαιοπιεστηρίου, το οποίο λειτουργούσε με ξύλινη επιμήκη δοκό (μοχλό) και βάρη. Το ένα άκρο του μοχλού ήταν καλά στερεωμένο με λίθινο βάρος ή αγκιστρωμένο σε τοίχο (εντοιχισμένο). Στο άλλο άκρο, κρεμασμένα βάρη ασκούσαν την απαραίτητη πίεση στους σάκους του ληνού, ο οποίος βρισκόταν σχεδόν στο μέσο του ελαιοπιεστηρίου. Το ελαιόλαδο έρρεε από τους σάκους μέσα σε υποκείμενο πιθάρι ή δεξαμενή (υπολήνιο).

Υπήρχαν δύο ακόμη κατηγορίες ελαιοπιεστηρίων: α) με βαρούλκο/στρόφαλο και β) με κοχλία. Η χρήση του κοχλία, ο οποίος αποτέλεσε τη σημαντικότερη επινόηση στον τομέα της ελαιοπαραγωγής, εξασφάλιζε τη μέγιστη δυνατή συμπίεση του ελαιοπολτού και παραγωγή ελαιολάδου. Το λάδι που παραγόταν έπρεπε να διαχωριστεί από τα υγρά υπολείμματά του, το νερό και τους πρώτους πικρούς χυμούς του (αμόργη). Συνήθως αφηνόταν να «ηρεμήσει», έτσι ώστε το καθαρό ελαιόλαδο να ανέβει στην επιφάνεια ως ελαφρύτερο στοιχείο και στη συνέχεια να περισυλλεχθεί.

Ο διαχωρισμός του λαδιού γινόταν και με άλλους τρόπους: α) με αγγεία διαχωριστήρες που διέθεταν προχοή στο κατώτερο μέρος τους (και από την οποία έρρεαν τα βαρύτερα υγρά υπολείμματα του λαδιού) και β) με συγκοινωνούντα λίθινα σκεύη ή δεξαμενές που διέθεταν αυλάκωση απορροής στο χείλος τους (και από την οποία το ελαιόλαδο ως ελαφρύτερο στοιχείο εξέρρεε και καθαριζόταν διαδοχικά). Η αποθήκευση του ελαιολάδου γινόταν σε μεγάλα αγγεία (πίθους, αμφορείς) που φυλάσσονταν σε ειδικά διαμορφωμένους σκιερούς και χωρίς υγρασία χώρους.

Στη λεσβιακή ύπαιθρο έχει βρεθεί πληθώρα κινητών ευρημάτων ελαιοτριβείων, κυρίως ληνών, που έδωσαν τη δυνατότητα στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Λέσβου να συνεργαστεί με το Μουσείο Απολιθωμένου Δάσους και το Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου στο πλαίσιο του έργου ”Ελιά: Μια Αναπαράσταση των Διαχρονικών Τεχνικών Παράγωγης Ελαιολάδου στη Λέσβο, με τη Χρήση Τεχνολογιών Virtual Reality και Επαυξημένης Πραγματικότητας (Augmented Reality)” - στο πλαίσιο της Δράσης “Ειδικές Δράσεις «Υδατοκαλλιέργειες» - «Βιομηχανικά Υλικά» - «Ανοιχτή Καινοτομία στον Πολιτισμό», χρηματοδοτούμενο από το ΕΠΑΝΕΚ/ΕΣΠΑ 2014-2020. Στο πλαίσιο της συνεργασίας με τους εν λόγω φορείς παρουσιάζονται για πρώτη φορά εικόνες τρισδιάστατης αναπαράστασης των πιο σημαντικών εγκαταστάσεων αρχαίων ελαιοτριβείων και δίδεται η δυνατότητα διάδρασης με το κοινό σε επιλεγμένα σημεία της διαδικασίας παραγωγής. 

Από αυτούς ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο διπλός ληνός της Γέρας Λέσβου που προέρχεται από ελαιοπιεστήριο το οποίο λειτουργούσε με μονή ή διπλή δοκό και βάρη. Ο ληνός βρέθηκε στη θέση ‘’Μάνα’’ σε στροφή που διασχίζει την περιοχή της Καλικάδενας, κοντά στον ποταμό του Πλακάδου, στο αγρόκτημα ιδιοκτησίας Απόστολου Βατζάκα. Το ασβεστολιθικό πέτρωμα, αναμφίβολα έχει εξορυχθεί, από λατομείο της ευρύτερης περιοχής. Φέρει ίχνη σφηνών (στο κάτω του μέρος), από τη λατόμευση, και ίχνη λοστού από μοχλοβόθριο.  Ο Διπλός Ληνός, αποτελούσε τη σχεδόν ορθογώνια βάση συμπίεσης, που χρησιμοποιείται για όλους τους τύπους των Ελαιοπιεστηρίων. Διαμορφωμένος σε πλίνθο έχει την ανώτερη επίπεδη επιφάνεια λαξευμένη με δύο κυκλικές αύλακες, συμμετρικά διαμορφωμένες, που καταλήγουν σε μια επιμήκη αύλακα, και από εκεί σε κοντή προχοή με ελαφρά κλίση από την κατακόρυφο. Η χρονολόγηση της βάσης του Ελαιοπιεστηρίου του Μουσείου Βρανά, στηρίζεται κυρίως σε τεχνικά στοιχεία της λάξευσης, όπως του βελονιού, και του τύπου της ορθογώνιας διαμόρφωσης της πλίνθου, καθώς και της κοντής προχοής, που επιβεβαιώνουν την αναγωγή του Διπλού Λίθινου Ληνού, στην Ελληνιστική περίοδο, πιθανώς τον 3ο και 2ο αιώνα π.Χ.

Ο τύπος του Διπλού Ληνού, όπως αυτός του Μουσείου Βρανά είναι εξαιρετικά σπάνιος στον Ελλαδικό χώρο, και γενικότερα στον χώρο της Μεσογείου, και σχετίζεται άμεσα με το μέγεθος της παραγωγής του ελαιολάδου, που θα έπρεπε να εξασφαλιστεί σε σύντομο χρονικό διάστημα, λόγω του όγκου περισυλλογής των καρπών της ελιάς, της σύνθλιψης και τη συντόμευση της παραγωγικής διαδικασίας πολτοποίησης και δημιουργίας ελαίου. Κρίνοντας από τα στοιχεία της λιθοξοϊκής, της λίθινης βάσης πιεστηρίου του Μουσείου Βρανά, θεωρούμε ότι αυτός πιθανώς να χρησιμοποιήθηκε για το παλαιότερο και τον πιο γνωστό τύπο πιεστηρίου που λειτουργούσε, με δύο μοχλούς, αντί για έναν, και αντίστοιχα αντίβαρα. Το πιεστήριο, ήταν μια απλή κατασκευή, από δύο επιμήκη σανίδια ξύλου, στερεωμένα σε μια σταθερή κατακόρυφη επιφάνεια, δεμένα μεταξύ τους, τα οποία τραβούσαν προς τα κάτω αντίβαρα από μεγάλους λίθους, ή σακιά λίθων, το λάδι έρεε μέσα στις αύλακες, και συλλεγόταν μέσω της προχοής σε πήλινο ή λίθινο αγγείο που ήταν τοποθετημένο κάτω από την προχοή της βάσης συμπίεσης. Το υπολήνιο πιθανώς θα έφερε στο υψηλότερο σημείο του σώματος του, διαμπερή οπή, ώστε μέσω αυτής, το εξαγόμενο λάδι να συγκεντρώνεται σε αγγεία μεταφοράς, όπως αμφορείς. Κάτω από το λάδι έμενε το νερό, ως βαρύτερο υγρό και στον πυθμένα συλλέγονταν τα ξένα σώματα.

Την αποσπασματική εικόνα που είχαμε έως σήμερα στη Λέσβο για τα ελαιοπιεστήρια έρχεται να ανατρέψει η αποκάλυψη ελαιουργείου παλαιοχριστιανικών χρόνων, το οποίο  ήρθε στο φως κατά την υλοποίηση του έργου Βελτίωση της 9ης Επαρχιακής οδού Θερμής – Πηγής – Λάμπου Μύλων, στην αγροτική περιφέρεια της αρχαίας Μυτιληναίας, σε απόσταση περίπου ενός χιλιομέτρου από το σημερινό οικισμό της Πηγής στη θέση «Καμπιόστα’’. Το ελαιουργείο εντάσσεται σε ένα συγκρότημα αγροτικο-βιοτεχνικού χαρακτήρα που σχετίζεται με την παραγωγή και εκμετάλλευση της βασικής μεσογειακής αγροτικής τριάδας, σιτηρών, ελαίου ή και οίνου και υφίσταται από τον 2ο έως τον 6ο αι. μ.Χ.  Η επιλογή της θέσης δεν είναι τυχαία καθώς προσφέρει γενική εποπτεία των περασμάτων της περιοχής, εύκολη πρόσβαση στη θάλασσα και το σημαντικότερο διαθέτει πλούσιο υδροφόρο ορίζοντα.

Aπό την ανασκαφή αποκαλύφθηκε συγκρότημα οργανωμένων εγκαταστάσεων, αγροτικο-βιοτεχνικού χαρακτήρα κάλυψης 700 τ.μ., που σχετίζεται με την παραγωγή και εκμετάλλευση του ελαίου ή και του οίνου με συνεχή χρήση από τον 2ο έως τον 6ο αι. μ.Χ..  Οι βιοτεχνικές εγκαταστάσεις ορίζονται από τρία πολύχωρα οικοδομήματα  που διανοίγονται κατά μήκος εσωτερικού δρόμου πλάτους 1,50μ. για τη διακίνηση των υλικών, αλλά και των παραγόμενων προϊόντων. Το σημαντικότερο οικοδόμημα του εργαστηριακού αποτελεί προϊόν δύο διαφορετικών οικοδομικών φάσεων, στους ρωμαϊκούς χρόνους και την ύστερη αρχαιότητα και είναι χωρίς αμφιβολία το πρώτο ελαιουργείο τέτοιου μεγέθους που ανασκάφηκε στην ύπαιθρο της Λέσβου.

Η λειτουργία του διώροφου συγκροτήματος εκτείνεται χρονολογικά από την υστερορωμαϊκή έως και την παλαιοχριστιανική περίοδο. Διέθετε αύλειο χώρο, ένα δωμάτιο με ελαιόμυλο-τραπητή για τη σύνθλιψη των ελαιοκάρπων, ένα δωμάτιο με ελαιοπιεστήριο με κοχλία για τη συμπίεση του ελαιοπολτού και την παραγωγή του ελαίου και δύο αποθηκευτικούς χώρους για τη φύλαξή του.

Η εύρεση ενός μυλόλιθου τραπέτου μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το κτήριο φιλοξενούσε ένα τριβείο ελαιών του τύπου του τραπητή, και σχετίζεται με το πρώτο στάδιο επεξεργασίας του ελαιοκάρπου δηλαδή της σύνθλιψης του καρπού.  Εκεί βρέθηκε μία οπαία κέραμος για τον εξαερισμό του χώρου. Ο υπαίθριος χώρος μεταξύ των δύο οικοδομημάτων που οριοθετούνταν από περίβολο στα ανατολικά, πιθανότατα χρησίμευε για τη συγκέντρωση και το στέγνωμα του ελαιοκάρπου.

Τον 4οαι.μ.Χ η αύξηση της παραγωγής, η οποία ξεπερνάει τις οικιακές απαιτήσεις, σε συνδυασμό με τη διάθεση του λαδιού σε νέες αγορές, πέραν των τοπικών, οδήγησε στην επέκταση και στον εκσυγχρονισμό του ελαιουργείου. Το ανατολικό τμήμα του νότιου δωματίου ανυψώθηκε κατά 40εκ. και επενδύθηκε με πλακόστρωτο δάπεδο,όπου ενσωματώθηκε λεκάνη συμπίεσης του πολτού - ληνός διαμέτρου 1μ. με αυλακώσχημη πρόχυση, από την οποία κυλούσε το υγρό στο υποκείμενο, πακτωμένο στο δάπεδο αγγείο, το υπολήνιον, πίθο διαμέτρου 0,90μ.Στα βόρεια, ορθογώνιος χώρος συνδέεται με το τελικό στάδιο παραγωγής, το διαχωρισμό του ελαιολάδου σε πίθους, τρεις εκ των οποίων σώζονται αποσπασματικά in situ. Στα δυτικά και σε απόσταση 2,60μ. από το ληνό, βρέθηκε λίθινο βάρος συστήματος πιεστηρίου που λειτουργούσε με μοχλό και κοχλία.

Το ελαιουργείο με έκταση πλέον 481,17 τ.μ.  λειτουργούσε έως τα τέλη του 6ου αι. μ.Χ. αποτελώντας οργανωμένη μονάδα διευρημένης αγροτικοβιοτεχνικής παραγωγής με επιτόπια εμπορική δραστηριότητα για την κάλυψη αναγκών που επεκτείνονται πέραν των τοπικών, υπόθεση που ενισχύεται από την εύρεση 32 νομισμάτων, εκ των οποίων τα περισσότερα είναι κοπές επί βασιλείαςτου Φλαύβιου Τιβέριου Μαυρίκιου Αυγούστου από 582-601 μ.Χ. Τα νομισματοκοπεία που έχουν αναγνωριστεί έως σήμερα είναι της Κωνσταντινούπολης, της Νικομήδειας, της Αντιόχειας και της Θεσσαλονίκης. Με την αγροτική και βιοτεχνική εγκατάσταση της έπαυλης η παραγωγή και αποθήκευση του λαδιού αποτελούσε πιθανώς και την κύρια ενασχόληση του ιδιοκτήτη της επαύλεως στην κατοχή του οποίου θα ανήκε και η ευρύτερη περιοχή, κατάφυτη με ελαιόδεντρα, οριοθετημένα σε σέτια, σε επίπεδα με αρχαίους ξερολιθικούς αναλημματικούς αναβαθμούς που μέχρι και σήμερα διατηρούνται ως πρακτική της ελαιοκομικής παραγωγής της Λέσβου.Η βίαιη εγκατάλειψη και κατάρρευση του συνόλου των βιοτεχνικών εγκαταστάσεων πιθανώς να οφείλεται σε φυσική καταστροφή, υπόθεση που σχετίζεται με τους δύο μεγάλους σεισμούς που συγκλόνισαν το νησί της Λέσβου τον 6ο αιώνα μ.Χ..

Λόγω της σπουδαιότητας του ανασκαφικού ευρήματος, ο ληνός μεταφέρθηκε από την ανασκαφή ως εκθεσιακό ανασκαφικό σύνολο στο αίθριο του νέου κτιρίου του Αρχαιολογικού Μουσείου Μυτιλήνης, μετά από κατάλληλη μελέτη που εγκρίθηκε από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο.  

Από «Τὸ μάζεμα τῶν ἐλαιῶν ἐν Μυτιλήνῃ» (1933) του μεγάλου λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου Χατζημιχαήλ (1870-1934), έως την ποίηση του Ελύτη, του Παλαμά, του Σικελιανού, του Μαβίλη, του Ρίτσου, του Βρεττάκου, η ελιά ταυτίστηκε με τη φύση και τη ζωή, αλλά και υμνήθηκε όσο κι αυτές.  Ένας ολόκληρος ξεχωριστός πολιτισμός, ο πολιτισμός της ελιάς που δείγματά του εκτίθενται με τη σύμπραξη τεσσάρων πολιτιστικών οργανισμών στην περιοδική έκθεση που από σήμερα θα λειτουργεί στο Ελαιοτριβείο Μουσείο Βρανά, υποδεικνύει την άμεση σύνδεσή του ξεχωριστού αυτού καρπού με τον άνθρωπο και τις δραστηριότητές του επί της γης.

Σας ευχαριστώ θερμά.


--------------------------------------------------------------------------------------------------------


ΟΜΙΛΙΑ

ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΠΑΝ. ΑΙΓΑΙΟΥ & ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΦΥΣΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΠΟΛΙΘΩΜΕΝΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΛΕΣΒΟΥ

ΝΙΚΟΥ ΖΟΥΡΟΥ

 ‘’ΛΕΣΒΟΣ: ΓΕΩΛΟΓΙΑ & ΕΛΑΙΟΝΕΣ’’

 

 

Η Λέσβος, είναι το τρίτο σε μέγεθος Ελληνικό νησί με συνολική έκταση 1.630 km2,  χαρακτηρίζεται από τον έντονο διαμελισμό και την ποικιλομορφία των τοπίων της. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του Αιγαίου Πελάγους, κοντά στα μικρασιατικά παράλια, από τα οποία χωρίζεται από τον δίαυλο της Μυτιλήνης σε απόσταση μικρότερη των  απέχει λιγότερο από 10 km, ενώ απέχει περίπου 200 km από το πλησιέστερο τμήμα της ηπειρωτικής χώρας.

Η Λέσβος διαθέτει μοναδικό πλούτο γεωλογικών μνημείων, περιοχών οικολογικού ενδιαφέροντος και πολιτιστικών μνημείων, τα οποία συνέβαλαν στην αναγνώρισή της από την UNESCO ως Παγκόσμιο Γεωπάρκο UNESCO.

Η Λέσβος είναι διάσπαρτη από ποικιλία γεωλογικών μνημείων και γεωμορφών, όπως ηφαίστεια, θερμές πηγές, σημαντικές απολιθωματοφόρες θέσεις, ενεργά γεωλογικά ρήγματα, καταρράκτες, γεωμορφές διάβρωσης, που αποτελούν σημαντικά τεκμήρια της γεωλογικής ιστορίας του Αιγαίου. Στη δυτική χερσόνησο της Λέσβου δεσπόζει το Απολιθωμένο Δάσος, ένα μοναδικό σε παγκόσμια κλίμακα μνημείο της φύσης, το οποίο έχει κηρυχθεί «Διατηρητέο Μνημείο της Φύσης» (ΠΔ 443/1985).

Η Λέσβος διαθέτει ακόμη πλούσια βιοποικιλότητα. Λόγω ευνοϊκών εδαφοκλιματικών συνθηκών, διαθέτει πλουσιότατη χλωρίδα. Περισσότερα από 1.400 taxa (είδη και υποείδη) φυτών περιλαμβάνονται στη χλωρίδα της και χωρίς υπερβολή το νησί θα μπορούσε να χαρακτρισθει ως «Βοτανικός Παράδεισος» με αρωματικά-φαρμακευτικά, καλλωπιστικά και σπάνια φυτά, δένδρα και θάμνους.

Γεωμορφολογία

Στη Λέσβο διακρίνονται κύριες φυσικογεωγραφικές ενότητες:

1.    Το νοτιοανατολικό τμήμα όπου κυριαρχεί ο ορεινός όγκος του Ολύμπου (967 μ.) και το τεκτονικό βύθισμα του Κόλπου της Γέρας, Το ανάγλυφο στη μεγαλύτερη έκταση καλύπτουν οι ελαιώνες.

2.    Τη λεκάνη του κόλπου της Καλλονής και η λοφώδης περιοχή στα ανατολικά του. Ο κόλπος της Καλονής αποτελεί ένα τεκτονικό βύθισμα. Στα ανατολικά του το ανάγλυφο καλύπτεται από οφειολιθικά πετρώμτα πάνω στα οποία αναπτύσσεται το εντεταμένο πευκοδάσος της κεντρικής χερσονήσου. Η παράκτια ζώνη  καλύπτεται από ηφαιστειακούς σχηματισμός και τεταρτογενείς αποθέσεις που δημιουργούν παράκτιους υγροτόπους.

3.    Η αλυσίδα των ηφαιστειακών οικοδομημάτων Τριτογενούς ηλικίας καταλαμβάνει το βόρειο και κεντρικό τμήμα της Λέσβου και δημιουργούν μια ζώνη ηφαιστείων που διατάσσονται βόρεια και δυτικά του Κόλπου τες Καλλονής,  με διεύθυνση ΒΑ-ΝΔ.  Πρόκειται για διαδοχικά υψώματα με υψηλότερο τον ορεινό όγκο του Λεπέτυμνου όπου κυριαρχούν τα χαρακτηριστικά δάση βαλανιδιάς.

4.    Τέλος, το λοφώδες δυτικό τμήμα, που καλύπτεται κυρίως από πυροκλαστικά πετρώματα και χαρακτηρίζεται από φαινόμενα έντονης διάβρωσης που διαμορφώνουν την χαρακτηριστική κυματοειδή μορφολογία του ανάγλυφου της περιοχής.

 

Γεωλογικοί σχηματισμοί

Στη Λέσβο διακρίνονται πέντε κύριες ενότητες πετρωμάτων, οι οποίες μας προσφέρουν πολύτιμες μαρτυρίες για την πολύπλοκη γεωλογική ιστορία της περιοχής.

Οι δύο πρώτες ενότητες προαλπικών και αλπικών πετρωμάτων, καταλαμβάνουν το νοτιοανατολικό τμήμα της Λέσβου, δηλαδή την περιοχή της Μυτιλήνης και της χερσονήσου της Αμαλής, την περιοχή γύρω από τον κόλπο της Γέρας, τον συνολικό ορεινό όγκο του Ολύμπου και των γύρω υψωμάτων μέχρι το Πλωμάρι και όλη τη νότια παραλία της Λέσβου. Στην υπόλοιπη Λέσβο συναντώνται μικρές μόνο εμφανίσεις των προαλπικών

και αλπικών πετρωμάτων στη δυτική χερσόνησο.

Οι τρεις επόμενες ενότητες καλύπτουν το βόρειο, το δυτικό και το κεντρικό τμήμα της Λέσβου γύρω από τον κόλπο της Καλλονής. Αποτελούνται από τους ηφαιστειακούς σχηματισμούς ηλικίας Κάτω Μειόκαινου και άλλα μεταλπικά ιζήματα που καλύπτουν τα προαλπικά και αλπικά πετρώματα.

 

Η Ελιά

Η ελιά είναι αιθαλές καρποφόρο δένδρο που ανήκει στην οικογένεια των Ελαιιδών (Oleaceae). To γένος Ελαία (Οlea) περιλαμβάνει τριάντα είδη. Eνα από αυτά είναι η Ελιά (Olea europaea) που περιλαμβάνει δύο παραλλαγές: την άγρια ελιά (Olea europaea  var. Oleaster) και την ήμερη ελιά (Olea europaea  var. Sativa) η οποία προήλθε από την άγρια ελιά, της οποίας οι καρποί είναι μικρότεροι και έδιναν πικρό και ελάχιστα χρησιμοποιούμενο έλαιο. Καλλιεργούμενη είναι η ήμερη ελιά (Olea europaea  var. Sativa). Περιλαμβάνει ένα μεγάλο αριθμό βελτιωμένων ποικιλιών, που πολλαπλασιάζονται αγενώς με εμβολιασμό ή με μοσχεύματα.

Φύλλα άγριας ελιάς βρέθηκαν απολιθωμένα σε πλειστοκαινικά στρώματα κοντά στη Μπολόνια της Ιταλίας, καθώς και πυρήνες της στις νεολιθικές διαστρωματώσεις του El Garcel της Ισπανίας.

Στην Ελλάδα, απολιθώματα ελιά βρέθηκαν σε τριτογενή στρώματα της λεκάνης της Κύμης, στην Εύβοια. Απολιθωμένα φύλλα ελιάς ηλικίας περίπου 50.000-60.000 ετών, βρέθηκαν σε ηφαιστειακούς σχηματισμούς στη Σαντορίνη και στη Νίσυρο. Η απολίθωσή τους ήταν αποτέλεσμα των ηφαιστειακών εκρήξεων, τα προιόντα των οποίων σκέπασαν την βλάστηση και προκάλεσαν την απολίθωση.

 

Ο Ελαιώνας της Λέσβου

Η γεωλογική ιστορία και η ποικιλομορφία των πετρωμάτων της Λέσβου συνδέεται στενά με την ποικιλία των εδαφών και τους κυρίαρχους τύπους βλάστησης. Η Λέσβος δημιουργήθηκε κατά την τελευταία Αλπική ορογενετική περίοδο της ιστορίας της γης με αποτέλεσμα να χαρακτηρίζεται από έντονο ανάγλυφο.

Βουνά και λόφοι βρίσκονται σε μικρή απόσταση από τις ακτές και εναλλάσσονται με μικρές αλλουβιακές πεδιάδες που διαρρέονται από χείμαρρους. Το έδαφος είναι λεπτό με στενή συσχέτιση με το μητρικό πέτρωμα από το οποίο σχηματίσθηκε.

Το μεσογειακό κλίμα το οποίο χαρακτηρίζεται από ήπιους, υγρούς χειμώνες και ζεστά, ξηρά καλοκαίρια, οι έντονες έως καταρρακτώδεις βροχές, το έντονο ανάγλυφο και το σχετικά λεπτό έδαφος έχουν ως αποτέλεσμα την έντονη διάβρωση του.

Οι περιοχές στις οποίες καλλιεργείται η ελιά στη Λέσβο, είναι ορεινές ή ημιορεινές με ξερικά και φτωχά εδάφη. Η ορεινότητα των ελαιώνων και η δυσβατότητα των περιοχών καλλιέργειας επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την ποιότητα του παραγόμενου ελαιολάδου.

Η Λέσβος αποτελεί μία από τους πλέον σημαντικές περιοχές για την καλλιέργεια της ελιάς στην Ελλάδα. Περίπου 11 εκατομμύρια ελαιόδενδρα απλώνονται σε συνεχείς ελαιώνες που καλύπτουν λοφώδεις και πεδινές περιοχές. Ο Ελαιώνας της Λέσβου καταλαμβάνει το 29% της συνολικής έκτασης της Λέσβου και το 75% της καλλιεργούμενης γης.

Στη Λέσβο συναντώνται τρείς ποικιλίες ελιάς. Η κολοβή η οποία ονομάζεται και Μυτιληνιά, κυριαρχεί στην νοτιοανατολική Λέσβο, η αδραμυτινή, η οποία συναντάται κυρίως στο βόρειο τμήμα της Λέσβου και μικρότερη συμμετοχή η λαδολιά κυρίως στην περιοχή της Γέρας. Από τις καλλιεργούμενες ποικιλίες το 65% είναι η κολοβή, το 30% η αδραμυτινή και το 5% η λαδοελιά. Η κατανομή των ελαιώνων αναδεικνύουν τη στενή σχέση της ελιάς με το γεωλογικό υπόβαθρο. Τα σχιστολιθικά και ανθρακικά μεταμορφωμένα πετρώματα κυριαρχούν στην νοτιοανατολική Λέσβο, στις λοφώδεις εκτάσεις του Πλωμαρίου, της Γέρας, της Μυτιλήνης και της Θερμής. Στα άνυδρα σχιστολιθικά και ανθρακικά εδάφη της περιοχής καλλιεργείται η ποικιλία κολοβή ή μυτιληνιά. Εδώ αναπτύσσονται οι μεγαλύτεροι και συνεχείς ελαιώνες.

Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι ο ελαιώνας σταματά εκεί όπου τα σχιστολιθικά πετρώματα συναντούν τα οφειολιθικά πετρώματα, οπότε την ελιά αντικαθιστά το μεσογειακό πεύκο (Pinus brutia).

Μικρής έκτασης εμφάνιση μεταμορφωμένων πετρωμάτων συναντάται και στο βορειοδυτικό άκρο της Λέσβου, στην περιοχή βόρεια του Σιγρίου και μέχρι την περιοχή της Λιώτας. Στα σχιστολιθικά πετρώματα στην περιοχή του Σιγρίου τα τελευταία χρόνια έχει δημιουργηθεί νέος ελαιώνας με 40.000 δενδρύλλια ελιάς.

Στις περιοχές της βόρειας και βόρειοανατολικής Λέσβου όπου κυριαρχούν τα ηφαιστειακά πετρώματα, καλλιεργείται η ποικιλία αδραμυτινή. Εδώ οι ελαιώνες αναπτύσσονται κυρίως στις μικρές πεδιάδες με τεταρτογενείς αλλουβιακές αποθέσεις και σε πλαγιές με εδαφικό μανδύα που προέρχεται από την διάβρωση των ηφαιστειακών σχηματισμών.

 

-------------------------------------------------------------------------------------------------------- 

 

 

ΑΝΤΙΦΩΝΗΣΗ

ΤΟΥ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΟΥ

‘’ΚΟΙΝΩΦΕΛΟΥΣ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΙΩΑΝΝΗ Σ. ΛΑΤΣΗ’’

ΧΟΡΗΓΟΥ ΤΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ

ΒΑΓΓΕΛΗ ΧΡΟΝΗ

 

 

Και ‘γώ έγινα πιο πλούσιος σήμερα, όπως βλέπετε.

Μάθαμε πάρα πολλά πράγματα σήμερα, για την ελιά, αυτό το σύμβολο, που μας εξήγησαν οι αρχαιολόγοι μας με μεγάλη λεπτομέρεια.

Είναι ένας πλούτος προσωπικός και είναι κάτι που δε θα το ξεχάσω, γιατί είναι κάτι που γίνεται σε έναν χώρο ο οποίος δεν έγινε τυχαία, έγινε ύστερα από έναν μεγάλο αγώνα, χάρη στον Νίκο Σηφουνάκη, και είχα την χαρά και την ευτυχία να τον επισκεφτώ πρώτη φορά προ αρκετών ετών.

 

Δεν έχω να πω κάτι άλλο, ευχαριστώ πάρα πολύ για αυτή την ευγενική πρόσκληση.

Χαίρομαι που το νησί απέκτησε σήμερα και μια καινούργια ονομασία, που ακούγεται και πολύ ποιητική. Είναι ‘’Ελαιοθάλασσα’’, όπως την ονόμασε ο κ Σταμπολίδης.

Σας ευχαριστώ πολύ.

Νίκο ευχαριστώ.

 

Recent Posts

See All
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ ''Η ΕΛΙΑ ΤΟ ΛΑΔΙ ΚΑΙ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥΣ ΣΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ'' ΣΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ - ΕΛΑΙΟΤΡΙΒΕΙΟ ΤΗΣ ''ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ'' ΣΤΟΝ ΠΑΠΑΔΟ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ 18 ΜΑΙΟΥ 2024

Το ‘’Μουσείο- Ελαιοτριβείο’’ (τ. Βρανά) της ‘’Εταιρεία Αρχιπέλαγος’’ πριν λίγους μήνες Εγκαινίασε τις Ανακαινισμένες Εγκαταστάσεις του,...

 
 
 

Comments


©2021 Εταιρία Αρχιπέλαγος
bottom of page